Ανατροπή
Διαβάζετε τη σελίδα Ανατροπή σε πρόστιμο επιβαλλόμενο από το ΣΕΠΕ. Κρίθηκε παράνομη η επιβολή του για μην αναγραφή εργαζομένου στο πίνακα προσωπικού. Απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαρίσης αρ. 153/2016.

Ανατροπή σε πρόστιμο επιβαλλόμενο από το ΣΕΠΕ. Κρίθηκε παράνομη η επιβολή του για μη αναγραφή εργαζομένου στο πίνακα προσωπικού. Απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαρίσης αρ. 153/2016.

  • Διαβάστε το κείμενο της απόφασης εδώ

    ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ
    (Γ’ ΤΜΗΜΑ-ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ)
    ΑΠΟΦΑΣΗ 153/2016

    Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Μαΐου 2015, με δικαστή τον Στυλιανό Παπαδόπουλο, Πρωτόδικη Δ.Δ. και γραμματέα τη Χρυσάνθη Κατσιούλα, δικαστική υπάλληλο, για να δικάσει την προσφυγή με αριθμό κατάθεσης 52/28.1.2014, της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………….», που εδρεύει στη Λάρισα (οδός …………) και εκπροσωπείται από τον διαχειριστή …………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Λάρισας Χρήστου Τσιαμπαλή, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται στην προκειμένη περίπτωση, κατ’ άρθρο 326 παρ. 4 του ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α’ 86), από τον Προϊστάμενο του Περιφερειακού Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.Ε.Κ.) Κεντρικής Ελλάδας και ήδη της Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης Ασφαλείας και Υγείας στην Εργασία Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, για τον οποίο παραστάθηκε η εξουσιοδοτημένη υπάλληλος της ίδιας υπηρεσίας ……………. Κατά τη συζήτηση οι διάδικοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά. Το Δικαστήριο αφού μελέτησε τη δικογραφία. Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. 1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχετ. το με αριθμό ………….., σειράς ……………. διπλότυπο είσπραξης τύπου – Α της …. Δ.Ο.Υ. ………….), επιδιώκεται η ακύρωση, άλλως η μεταρρύθμιση, της ……………….. πράξης επιβολής προστίμου των αρμόδιων Επιθεωρητών Εργασίας του Τμήματος Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης Λάρισας του Περιφερειακού ΚΕ.Π.Ε.Κ. Κεντρικής Ελλάδας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο ύψους 10.549,44 ευρώ, για την αποδιδόμενη σ’ αυτήν παράβαση της εργατικής νομοθεσίας και, ειδικότερα, του άρθρου 16 παρ. 5 εδ. α’ του ν. 2874/2000, όπως ισχύει (διαπιστώθηκε η απασχόληση και η μη αναγραφή σε Πίνακα Απασχολούμενου Προσωπικού και Ωρών Εργασίας της εργαζόμενης ………….
    Με τέτοιο αντικείμενο, η προσφυγή αυτή αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, για το λόγο δε ότι ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στην ουσία της.
    2. Επειδή, στο άρθρο 16 του ν. 2874/2000 (ΦΕΚ Α’ 286) ορίζεται ότι: «1. Κάθε εργοδότης υπαγόμενος στις διατάξεις του παρόντος υποχρεούται όπως μια φορά το χρόνο και κατά το χρονικό διάστημα από 15 Σεπτεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου καταθέτει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, στην αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. – Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης, εις διπλούν, πίνακα με την επωνυμία, το είδος, τον τόπο λειτουργίας και το Α.Φ.Μ. της επιχείρησης ο οποίος θα περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία ενός εκάστου των απασχολούμενων σε αυτή μισθωτών… 2. ……. 4. Με μέριμνα του εργοδότη το ένα αντίτυπο του ανωτέρω πίνακα παραλαμβάνεται από την υπηρεσία κατάθεσης σφραγισμένο και αναρτάται σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας χωρίς τη στήλη των καταβαλλόμενων αποδοχών προφυλασσόμενο κατάλληλα από τυχόν φθορές….. 5. (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ. ΙΑ. 13 εδ. 1 του ν. 4093/2012, ΦΕΚ Α’ 222) Ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού ως προς τα μεταβληθέντα στοιχεία: α) για την πρόσληψη νέου εργαζομένου, το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο, β) … Η κατάθεση συμπληρωματικών στοιχείων μπορεί γίνει γραπτά ή ηλεκτρονικά». 3. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 24 του ν. 3996/2011 «Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 170) ορίζεται ότι: «1. (όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 23 του ν. 4144/2013, ΦΕΚ Α’ 88) Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων: Α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ με αιτιολογημένη πράξη είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του αντίστοιχου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο… 2. ………4. Προκειμένου περί των κάτωθι ευθέως αποδεικνυόμενων παραβιάσεων της νομοθεσίας, επιβάλλεται κατά περίπτωση διοικηική κύρωση της παρ. 1 περίπτωση Α’ ή/και της παρ. 3 του άρθρου 26, μόλις αυτές διαπιστωθούν κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο: α. στις περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρου 26 και β. στις εξής περιπτώσεις: αα. μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού και προγράμματος ωρών εργασίας, ββ. μη επίδειξη βιβλίου αδειών, γγ. Μη επίδειξη ειδικού βιβλίου υπερωριών, δδ. μη επίδειξη βιβλίου ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού οικοδομικών και τεχνικών έργων, εε. μη ανάρτηση κανονισμού εργασίας σε υπόχρεες επιχειρήσεις, στστ. μη επίδειξη εντύπων όρων ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού, ζζ. μη επίδειξη εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο, ηη. μη χρήση ή/και μη χορήγηση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) σε οικοδομικές εργασίες, θθ. μη επίδειξη της απαιτούμενης άδειας σε χειριστές Μηχανημάτων Έργου, ιι. μη επίδειξη πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ιαια. μη επίδειξη πιστοποιητικού ελέγχου ανυψωτικών μηχανημάτων, ιβιβ. μη επίδειξη του βιβλίου δρομολογίων των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων και οδηγών τουριστικών λεωφορείων και ιγιγ. μη επίδειξη του βιβλιαρίου εργασίας των οδηγών τουριστικών λεωφορείων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η συμπλήρωση των παραβάσεων όσο και η εισαγωγή εξαιρέσεων από αυτή. 5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις, καθορίζεται και ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου σε περίπτωση παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας, καθώς και το ύψος του προστίμου του εδαφίου γ’ της παρ. 9 του άρθρου 3 και προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά ανά παράβαση της περίπτωσης Β’ της παραγράφου 4. 6. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας μέσα σε εξήντα ημέρες από την κοινοποίηση της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου… 7. ……….  8. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να τροποποιούνται τα όρια του προστίμου που προβλέπεται από την περίπτωση Α’ της παραγράφου 1. 9. …». Δυνάμει του άρθρου αυτού, εκδόθηκε η 27397/122/19.8.2013 απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας «Επιβολή διοικητικών κυρώσεων για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας» (ΦΕΚ Β’ 2062), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: «α) Ειδικός Επιθεωρητής Εργασίας ή Επιθεωρητής Εργασίας που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών …….. 10.549,44 € ……….». 4. Επειδή, στην παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όρια της. Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό». Με τη διάταξη αυτή παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Τίθεται δε ο κανόνας (εδάφιο πρώτο) ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος ασκεί τη μεταβιβαζόμενη αρμοδιότητα με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων. Η νομοθετική εξουσιοδότηση, για να είναι νόμιμη, πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, δηλαδή να προβαίνει σε συγκεκριμένο προσδιορισμό του αντικειμένου της και να καθορίζει τα όριά της σε σχέση προς αυτό. Η εξουσιοδοτική, επομένως, διάταξη πρέπει να μην είναι γενική και αόριστη, ασχέτως αν είναι ευρεία ή στενή, αν περιλαμβάνει δηλαδή μεγάλο ή μικρό αριθμό περιπτώσεων, τις οποίες η Διοίκηση μπορεί να ρυθμίσει κανονιστικώς βάσει της νομοθετικής εξουσιοδότησης. Η ευρύτητα της εξουσιοδότησης, εφόσον το περιεχόμενο της είναι ορισμένο, δεν επηρεάζει το κύρος της. Περαιτέρω, με τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου 43 προβλέπεται ότι φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης μπορεί να είναι και άλλα, εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοίκησης, εφόσον όμως παρέχεται εξουσιοδότηση προς ρύθμιση, μεταξύ άλλων, «ειδικότερων» θεμάτων. Ως ειδικότερα θέματα νοούνται εκείνα τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενο τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος που αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης. Απαιτείται, επομένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νομοθετικό κείμενο όχι απλώς τον καθ’ ύλη προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, αλλά, επί πλέον, και την ουσιαστική ρύθμισή του, έστω και σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο, σύμφωνα προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα. Οι ανωτέρω ουσιαστικές ρυθμίσεις μπορούν να υπάρχουν τόσο στις διατάξεις του εξουσιοδοτικού νόμου όσο και σε διατάξεις άλλων νόμων σχετικών με τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο της νομοθετικής εξουσιοδότησης (βλ. ΣτΕ 4242/2015, ΣτΕ 3070/2015, ΣτΕ 2325/2013, ΣτΕ 1210/2010 Ολομ.). 5. Επειδή, στο ανωτέρω άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 3996/2011 θεσπίζεται ο γενικός κανόνας της επιβολής προστίμου εις βάρος του εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Το πρόστιμο αυτό κυμαίνεται από 300 ευρώ έως 50.000 ευρώ, η δε Διοίκηση, κατά την επιμέτρησή του, λαμβάνει υπόψιν της τη σοβαρότητα της παράβασης, την τυχόν επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση στις υποδείξεις των αρμόδιων οργάνων, τις παρόμοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, το βαθμό υπαιτιότητας, τον αριθμό εργαζομένων, το μέγεθος της επιχείρησης, τον αριθμό των εργαζομένων που θίγονται κλπ. Για συγκεκριμένες δε, απαριθμούμενες στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής έτερων διοικητικών κυρώσεων (χρηματικών κατά βάση), σωρευτικά ή διαζευκτικά με το πρόστιμο της παραγράφου 1. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της εν λόγω παραγράφου 4 ορίζεται ότι ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με όμοια απόφαση δύναται να προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά προστίμου για τις ως άνω ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις (απαριθμούμενες αποκλειστικά στην περ. β’ της παρ. 4 του ίδιου άρθρου), να κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσία και να ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου που αυτές επισύρουν (παράγραφος 5), καθώς και να τροποποιούνται τα όρια του προστίμου της παραγράφου 1 (παράγραφος 8). Από τις διατάξεις αυτές δεν προκύπτει ότι χορηγήθηκε, στην περίπτωση επιβολής προστίμου για την παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού, εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για θέσπιση συστήματος αντικειμενικής επιβολής προστίμου, κατ’ απόκλιση από το διαγραφόμενο στο ανωτέρω άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 3996/2011, διότι τούτο θα απαιτούσε ειδική σχετική πρόβλεψη στον εξουσιοδοτικό νόμο. Εξάλλου, ως τέτοια ειδική πρόβλεψη δεν μπορεί να θεωρηθεί η παρ. 5 του άρθρου 24 του νόμου αυτού, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να προσδιορίσει, με απόφαση του, συγκεκριμένα ποσά προστίμου, για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, που απαριθμούνται στην περ. β’ της παρ. 4 του ίδιου ως άνω άρθρου, μεταξύ των οποίων, και εκείνη της μη ανάρτησης πίνακα προσωπικού και προγραμμάτων ωρών εργασίας, δεδομένου ότι η τελευταία συνιστά διαφορετική παράβαση, σε σχέση με την παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου σε πίνακα προσωπικού. Ακόμη, όμως, και αν θεωρηθεί ότι οι προαναφερόμενες εξουσιοδοτήσεις έχουν το συγκεκριμένο περιεχόμενο, στην περίπτωση αυτή, δεν θα ήταν σύμφωνες με το άρθρο 43 παρ. 2 εδ. β’ του Συντάγματος, λόγω του γενικού και αόριστου χαρακτήρα τους. Πράγματι, για να ήταν σύννομη μία τέτοια εξουσιοδότηση θα έπρεπε να περιλαμβάνει αφενός, έστω και σε γενικό αλλά ορισμένο πλαίσιο, τα κριτήρια εκείνα που θα ήταν υποχρεωμένος ο κανονιστικός νομοθέτης να λάβει υπόψη του κατά τον προσδιορισμό του ύψους του αντικειμενικώς επιβαλλόμενου προστίμου, αφετέρου δε τις παραβάσεις τις οποίες αυτό αφορά, δεδομένου μάλιστα ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι συνιστούν θέματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα. Από τα παραπάνω, συνάγεται ότι η διάταξη του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας βρίσκεται εκτός εξουσιοδότησης και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα (πρβλ. ΣτΕ 2850/2015). 6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Στις 12.12.2013 οι αρμόδιοι Επιθεωρητές Εργασίας του ΚΕ.Π.Ε.Κ. Κεντρικής Ελλάδας …διενήργησαν επιτόπιο έλεγχο στην επιχείρηση της προσφεύγουσας εταιρείας (αναψυκτήριο στη Λάρισα), για τον οποίο συντάχθηκε το ………….. Δελτίο Ελέγχου. Κατά τον έλεγχο αυτό διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, η απασχόληση ως σερβιτόρας και η μη αναγραφή της σε ισχύοντα Πίνακα Προσωπικού και Ωρών Εργασίας της …. Κατόπιν τούτων, εκδόθηκε η ……………. πράξη επιβολής προστίμου των ίδιων ως άνω Επιθεωρητών, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας, κατά δέσμια αρμοδιότητα των Επιθεωρητών για την παραπάνω ευθέως αποδεικνυόμενη παράβαση της εργατικής νομοθεσίας, πρόστιμο ύψους 10.549,44 ευρώ, με την αιτιολογία ότι η προσφεύγουσα απασχολούσε ως σερβιτόρα στην επιχείρησή της, χωρίς να την έχει αναγράψει σε ισχύοντα Πίνακα Απασχολούμενου Προσωπικού και Ωρών Εργασίας, κατά παράβαση του άρθρου 16 παρ. 5 εδ. α’ του ν. 2874/2000.
    7. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Διοίκηση επέβαλε το οικείο πρόστιμο κατά δέσμια αρμοδιότητα των αρμόδιων Επιθεωρητών Εργασίας, βάσει των ορισμών του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας, δηλαδή βάσει διατάξεων κανονιστικής πράξης, που, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην πέμπτη σκέψη της παρούσας, βρίσκονται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης, και ως εκ τούτου ανίσχυρων και μη εφαρμοστέων, το Δικαστήριο κρίνει, κατ’ αυτεπάγγελτο έλεγχο (άρθρο 79 παρ.1 εδάφιο β’ περίπτωση β’ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας), ότι παρανόμως επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας το επίδικο πρόστιμο με την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία για το λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων της προσφυγής. 8. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη ………………. πράξη επιβολής προστίμου των αρμόδιων Επιθεωρητών Εργασίας του Τμήματος Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης Λάρισας του Περιερειακού ΚΕ.Π.Ε.Κ. Κεντρικής Ελλάδας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στην προσφεύγουσα το καταβληθέν παράβολο (άρθρο 277 παρ. 9 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.2717/1999, ΦΕΚ Α’ 97) και να απαλλαγεί το καθού η προσφυγή Ελληνικό Δημόσιο, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, από τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε’ του ίδιου Κώδικα). ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
    Δέχεται την προσφυγή. Ακυρώνει την …………….. πράξη επιβολής προστίμου των αρμόδιων Επιθεωρητών Εργασίας του Τμήματος Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης Λάρισας του Περιφερειακού Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου Κεντρικής Ελλάδας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Διατάσσει να αποδοθεί στην προσφεύγουσα το καταβληθέν παράβολο. Απαλλάσσει το καθού η προσφυγή από τα δικαστικά έξοδα.
    Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 4.3.2016.
    Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΚΑΤΣΙΟΥΛΑ

Ανατροπή σε πρόστιμο επιβαλλόμενο από το ΣΕΠΕ. Κρίθηκε παράνομη η επιβολή του για μην αναγραφή εργαζομένου στο πίνακα προσωπικού. Απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαρίσης αρ. 153/2016.
ΣΕΠΕ
επιβολή
πρόστιμο
Write a comment:

*

Your email address will not be published.

‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎‏‏‎ ‎MBGCS © Copyright 2022. All Rights Reserved.